" ΤΑ ΓΡΑΦΕΙΑ ΜΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΟΥΝ ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΑ ΑΠΟ ΔΕΥΤΕΡΑ έως ΠΑΡΑΣΚΕΥΗ και από ώρα 09:00 π.μ. έως 04:00 μ.μ. ''

Τετάρτη 30 Ιουνίου 2010

Δυο μάστορες μιας άλλης εποχής



Ήταν τότε που δεν υπήρχαν αυτοκίνητα, τρακτέρ, γεωργικά μηχανήματα. Τότε που οι άνθρωποι καλλιεργούσαν τα χωράφια με τις αξίνες και το όργωμα γινόταν με αγελάδες, γαϊδούρια και άλογα. Μια εποχή ολόκληρη έχει φύγει και μαζί της τεχνίτες που κατασκεύαζαν τα απαραίτητα εργαλεία. Σαμαράδες, πεταλωτές και «γυφτοσιδεράδες».
Σήμερα σπάνια συναντάς γαϊδουράκι, άλογο και ακόμα πιο σπάνια ανθρώπους να καλλιεργούν τη γη με αξίνες. Το ίδιο σπάνια συναντάς και μαστόρους. Οι ελάχιστοι που έχουν απομείνει δίνουν μάχη με τον χρόνο, επιμένοντας να κρατούν την τέχνη τους ζωντανή.
Δύο από αυτούς συναντήσαμε στη Μεσσήνη. Πρόκειται για τον Χρήστο Μητσέα, σαμαρά και πεταλωτή, και τον Αναστάσιο Σικαλιά, «γυφτοσιδερά». Στο βασίλειό τους ο χρόνος μοιάζει σαν να έχει σταματήσει...
Ο 78χρονος Χρήστος Μητσέας είναι συνταξιούχος. Σε ένα μικρό, όμως, καμαράκι στην αυλή του σπιτιού του, στη Μεσσήνη, έχει μεταφέρει το εργαστήριό του. Και τι δεν βρίσκεις μέσα σε αυτό: σαμαροπαΐδες, στεφάνια, κολιτσάκια, σαμαροσκούτι, σαμάκι, πέταλα, καρφιά, αρνάρια, καπιστράνες, μπαλτούμια και πανοκάπουλα, εξαρτήματα και εργαλεία της δουλειάς του. Από μικρός μπήκε στο μεροκάματο στο χάνι του αδελφού της μητέρας του, του Κωνσταντίνου Φράγκου.
Μαζί με τον εξάδελφό του Μιλτιάδη Ρούτση δούλεψαν στην αρχή ως «παρκαδόροι» γαϊδουριών. Ηταν τότε που οι χωριάτες, ιδίως κάθε Σάββατο, πήγαιναν στο Νησί για το παζάρι. Τα γαϊδούρια τους τα άφηναν στα χάνια. Εκεί γίνονταν οι επισκευές των σαμαριών αλλά και το πετάλωμά τους.
Στρατιώτης στο Καραμπουρνάκι, στη σχολή πεταλωτών του στρατού, μαθαίνει τις νέες τεχνικές. Επιστρέφει στο Νησί και έτοιμος μάστορας πλέον αρχίζει τον αγώνα του μεροκάματου σε ολόκληρη την περιοχή. Μόνο το Στρέφι είχε τότε 500 γαϊδούρια. Ετσι εξηγείται ότι τότε στο Νησί υπήρχαν 13 μαγαζιά, στα οποία έφτιαχνες σαμάρια.
Ενα σαμάρι ήθελε περίπου τρία μεροκάματα για να φτιαχτεί. Τα ξύλα που χρειάζονταν για την κατασκευή του ήταν από πλατάνι και μουριά, ενώ το στεφάνι και τα κολιτσάκια που έφτιαχναν οι γυφτοσιδεράδες συμπλήρωναν το εξωτερικό μέρος του.
Το εσωτερικό του αποτελούνταν από το σαμαροσκούτι που γέμιζε με σαμάκι, ένα είδος ελαφριάς ψάθας. Πέρα από το Νησί ο μαστρο-Χρήστος Μητσέας έφτανε σε ολόκληρη τη Μεσσηνία, τη Λακωνία και την Αρκαδία. Μετά το 1980, με την εισβολή των αυτοκινήτων και των τρακτέρ, η δουλειά αρχίζει να ελαττώνεται δραματικά. Σήμερα, στην ευρύτερη περιοχή της Μεσσήνης, δεν υπάρχουν πάνω από 10 γαϊδούρια...
Ο Μαστρο-Χρήστος έχει να φτιάξει καινούργιο σαμάρι πάνω από τρία χρόνια και περιορίζεται στην επισκευή κάποιων παλιών. Η κατασκευή ενός καινούργιου σαμαριού κοστίζει πάντως 400 ευρώ. Οσο για το πετάλωμα στα γαϊδούρια, κοστίζει 50 ευρώ και για τα άλογα 80 ευρώ.
Αν. Σικαλιάς, «γυφτοσιδεράς»
Από 17 ετών στη δουλειά με το καμίνι και τις τσιμπίδες
«Κάποτε πήγαιναν έναν "γυφτοσιδερά" για βασιλιά. Περπατώντας προς τη στέψη, πέρασαν από έναν λόγγο με ρείκια. Τότε ο "γυφτοσιδεράς" μονολόγησε «α, ρε, ρείκια για κάρβουνο». Ο γύφτος λάτρευε το κάρβουνο». Τα λόγια αυτά ανήκουν στον 76χρονο Αναστάση Σικαλιά, τον τελευταίο «γυφτοσιδερά» που ανακαλύψαμε στη Μεσσήνη.
Ο χρόνος λες και έχει σταματήσει στο γύφτικο του Μαστρο-Αναστάση. Το καμίνι, το φυσερό, το αμόνι, ο τροχός, οι τσιμπίδες συνθέτουν σκηνικό της δεκαετίας του ‘50 και του ‘60.
Παρά τα χρόνια του, δεν το βάζει κάτω, κάπου κάπου ανάβει το καμίνι του, πυρώνει κανένα σίδερο στη φωτιά, για να ακούσει το κελάηδισμα της βαριοπούλας στο αμόνι.
Την ώρα που τον βρήκαμε, σταθήκαμε τυχεροί, αφού είχε ανάψει το καμίνι και έφερνε στα δικά του μέτρα αξίνες του εμπορίου.
Ο Αναστάσιος Σικαλιάς γεννήθηκε στο Βλαχόπουλο Μεσσηνίας το 1924.
Ηταν δεν ήταν 17 χρόνων, όταν μπήκε στη δουλειά ως βοηθός του θείου του. Στρατιώτης από το 1946 έως το 1950 και επιστροφή στο Βλαχόπουλο, όπου τη μέρα δουλεύει στα κτήματα και τα βράδια με λουξ στο γύφτικο. Εκεί κατασκευάζει όλα τα γεωργικά εργαλεία: Κλαδευτήρια, κασάρες, τσεκούρια, ηνία, μπατζουρόβεργες για ξυλουργούς, σβίγκες και λανάρια αλλά και προβατοψάλιδα.
Δέκα χρόνια σκληρής δουλειάς στο Βλαχόπουλο και βλέποντας ότι δεν υπάρχει προοπτική, αποφασίζει να «μεταναστεύσει» στο Νησί.
«Τότε στο Νησί είχε δέκα γύφτικα, όμως η λεπτομέρεια στη δουλειά μου, η καλή ποιότητα και η καλή εξυπηρέτηση με κράτησαν», μας λέει.
Αλλάζουν οι τόποι, αλλάζουν οι άνθρωποι, αλλάζουν οι συνήθειες και τα εργαλεία. Ετσι, στον νέο τόπο ο Μαστρο-Αναστάσης κατασκευάζει στέγες, παράθυρα, πόρτες, ρολά, κάγκελα αλλά και όλα τα γεωργικά εργαλεία.
ΕΘΝΟΣ
Πέτρος Τσώνης

0 σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Template Design by Psykos Dimitris